μπρίο

μπρίο
το
(λ. ιταλ.), η ζωντάνια, το κέφι, η ευθυμία: Με το μπρίο της ξεσήκωσε όλη την παρέα για χορό.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μπρίο(ν) — και πρίο(ν), τὸ (Μ) ναυτ. είδος σχοινιού. [ΕΤΥΜΟΛ. Συνδέεται πιθ. με το μπριόλιν*] …   Dictionary of Greek

  • μπρίο — το 1. ζωηρότητα στην έκφραση, σφριγηλότητα, οίστρος 2. εύθυμη διάθεση, κέφι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. brio] …   Dictionary of Greek

  • ροντό — Μουσική μορφή που χαρακτηρίζεται από την περιοδική επανάληψη μιας πλήρους αυτόνομης φράσης. Εμφανίζεται στη Γαλλία ήδη κατά τον Μεσαίωνα (rondeau) ως σύνθεση ποιητική, που τραγουδιέται και χορεύεται σε δυο εναλλασσόμενα θέματα (couplet = μονωδία… …   Dictionary of Greek

  • ρόντο — Μουσική μορφή που χαρακτηρίζεται από την περιοδική επανάληψη μιας πλήρους αυτόνομης φράσης. Εμφανίζεται στη Γαλλία ήδη κατά τον Μεσαίωνα (rondeau) ως σύνθεση ποιητική, που τραγουδιέται και χορεύεται σε δυο εναλλασσόμενα θέματα (couplet = μονωδία… …   Dictionary of Greek

  • βρετανικό μέταλλο — (britannia metal). Κράμα κασσίτερου και μολύβδου (συνήθως ένα μέρος μολύβδου με δέκα κασσίτερου). Ήταν γνωστό στην αρχαιότητα, αλλά μόνο μετά τον 15ο αι. άρχισαν να κατασκευάζονται –εκτός από τα κοινά μαγειρικά ή επιτραπέζια σκεύη– και… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Μπανκιέρι, Αντριάνο — (Adriano Banchieri, Μπολόνια 1568 – 1634). Ιταλός συνθέτης, οργανίστας και θεωρητικός της μουσικής. Γεννήθηκε ένα χρόνο μετά τη σύνθεση (σημαντικότατη για την εξέλιξη της πολυφωνίας και του μαδριγαλιού) του Cicalamento delle donne al bucato,… …   Dictionary of Greek

  • Μπερνστάιν, Λέοναρντ — (Leonard Bernstein, Λόρενς, Μασαχουσέτη 1918 – 1990). Αμερικανός αρχιμουσικός και συνθέτης. Εξέχουσα προσωπικότητα της σύγχρονης μουσικής των ΗΠΑ, ο Μ. υπήρξε συνθέτης, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας. Αφού σπούδασε μουσική στη Φιλαδέλφεια και …   Dictionary of Greek

  • Παύλος — I Βασιλιάς της Ελλάδας (1947 – 1964). Τριτότοκος γιος του Κωνσταντίνου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1901, φοίτησε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, υπηρέτησε κατόπιν στο πολεμικό ναυτικό, ακολούθησε τον πατέρα του στην εξορία το 1917 κι αρνήθηκε να δεχτεί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”